Ο Ανδρέας Δημητρίου γεννήθηκε στον Άγιο Μάμα Λεμεσού στις 8 Σεπτεμβρίου του 1934 απο φτωχή, αλλα τίμια και εργατική οικογένεια. Γονείς του ήταν ο Δημήτρης Βασιλείου από το κοντινό χωριό Μονιάτης και η Ευδοκία Σάββα Πουρκουρή απο τον Άγιο Μάμα.
Ο Ανδρέας Δημητρίου αποφοίτησε από το δημοτικό σχολείο Αγίου Μάμαντος και φοίτησε για τρία χρόνια στο Νυχτερινό Γυμνάσιο Αμμοχώστου. Μόλις τελείωσε το νυχτερινό γυμνάσιο, στα 19 του χρόνια, έφυγε απο την δούλεψη του Διάκου και έπιασε δουλειά στις στρατιωτικές αποθήκες του Αγγλικού στρατού, δίπλα στο λιμάνι της Αμμοχώστου.
Τον Ιούνιο του 1955 ο τότε τομεάρχης της Ε.Ο.Κ.Α στην Αμμόχωστο Πάυλος Παυλάκης πήρε πληροφορίες από τον διάκονο Ευέλθοντα ότι ο Ανδρέας Δημητρίου ήταν άξιος να ενταχθεί στην Οργάνωση. Τον πλησίασε και αφού βεβαιώθηκε ότι ήταν ένας άξιος και φλογερός πατριώτης τον όρκισε και τον ενέταξε στην Ε.Ο.Κ.Α, παρόλο που έδωσε και πριν ένα χρόνο όρκο στην ΕΑΟΚ που ίδρυσε ο παπα Μιλτιάδης μαζί με το Διάκο.
Η απόπειρα του Δημητρίου να εκτελέσει τον Taylor
Μετά την αποτυχία άλλων ομάδων να εκτελέσουν τον Άγγλο πράκτορα Taylor το μυαλό όλων στράφηκε στο Δημητρίου. Παρόλο που δεν είχε ακόμα αναρρώσει απο μια εγχείρηση που έκαμε πολύ πρόσφατα και μερικοί τον συμβούλευσαν να αναβάλει την εκτέλεση μέχρι που να αναρρώσει πλήρως, αυτός επέμεινε. Έτσι όρισαν
την εκτέλεση του Βρετανού για το βράδυ της 28ης Νοεμβρίου του 1955, έξω απο το σπίτι του, την ώρα που θα επέστρεφε από τον κινηματογράφο. Όταν έφθασε ο Άγγλος πράκτορας, ο Δημητρίου με 2 ριπές τον πέτυχε και το έβαλε στα πόδια. Όμως ο τραυματισμός του θύματος δεν ήταν θανάσιμος και κατάφερε να γλυτώσει και αυτήν την φορά.
Ο Δημητρίου τρέχοντας να απομακρυνθεί βρέθηκε αντιμέτωπος με μια περίπολο. Του φώναξαν να σταματήσει. Αντίθετα αυτός ύψωσε το περίστροφο και πάτησε την σκανδάλη. Η τύχη όμως τον εγκατέλειψε. Το όπλο έπαθε εμπλοκή και ένας στρατιώτης βρήκε την ευκαιρία και τον πυροβόλησε στο δεξί χέρι ψηλά στον αγκώνα. Ο Δημητρίου έπεσε κάτω τραυματίας και αμέσως τον συνέλαβαν και τον μετέφεραν στον αστυνομικό σταθμό. Αφού του εκθέσανε κατηγορία, μετά από ανάκριση, το μετέφεραν στο νοσοκομείο και από εκεί με ελικόπτερο τον πήραν στις κεντρικές φυλακές.
Τον έβαλαν στο κελί 8 του διαμερίσματος 7 και ξεκίνησαν από την πρώτη στιγμή τα φρικτά βασανιστήρια. Ο Δημητρίου είχε πια καταδικαστεί και ήταν μελλοθάνατος.
Εκτός από τα βασανιστήρια, οι στρατιώτες προσπαθούσαν με απάνθρωπους τρόπους να σπάσουν τα νεύρα και το ηθικό των μελλοθάνατων. Για παράδειγμα με συνεχείς τεχνητούς θορύβους τα βράδια δεν τους άφηναν να κοιμηθούν. Ο Δημητρίου αναγκάστηκε να στείλει 3 επιστολές διαμαρτυρίας στο διευθυντή των κεντρικών φυλακών, αναφερόμενος σ’ αυτά όλα που γίνονταν καθημερινά στις φυλακές.
Πέθανε στις τις 10 Μαΐου 1956 στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας καθώς ήταν ο πρώτος από τους εννέα απαγχονισθέντες.
“Το μόνο που λυπούμαι είναι που δεν θα προλάβω να δω την Κύπρο μας ελεύθερη”, ήταν τα τελευταία του λόγια προς τη μάνα του, λίγες ώρες πριν από τον απαγχονισμό του. “Στο καλό, γιε μου και να έχεις θάρρος ως το τέλος”, ήταν η απάντησή της.